Για τον Λουίς Ενρίκε ο τελικός του Champions League, στον οποίο οδήγησε την Παρί Σεν Ζερμέν φέτος, θα μοιάζει απλά με ένα παιδικό παιχνίδι… Όπως είναι καθετί στη ζωή για έναν γονιό που έχει χάσει το παιδί του.
Έχουν περάσει πια σχεδόν έξι χρόνια. Πώς πέρασαν άραγε; Μόνο ο ίδιος και η οικογένειά του ξέρει. Η Τσάνα ήταν εννέα χρόνων, όταν την «χτύπησε» ο καρκίνος. Στα οστά. Σκληρός. Επιθετικός. Ένα παιδί που ήρθε αντιμέτωπο με ένα θεριό σε μια σκληρή και άνιση μάχη. Και παραδόθηκε…
Οι γονείς της αντιμέτωποι με πολλά, απανωτά σοκ. Πρώτα η διάγνωση. Μετά τα λόγια των γιατρών ότι δεν μπορούσαν να κάνουν πολλά πράγματα για να βοηθήσουν το παιδί τους, που πια είχε μπροστά του μόνο λίγους μήνες ζωής.
Η Τσάνα μπήκε αμέσως στο νοσοκομείο. Και έμεινε εκεί πέντε μήνες. Μέχρι την ημέρα του θανάτου της. Ο μπαμπάς της είχε ήδη αποφασίσει να αφήσει τη δουλειά του, στην εθνική ομάδα της Ισπανίας, για να είναι εκεί, μαζί της. Δίπλα στην μικρή του, στη γυναίκα του, στα δύο άλλα παιδιά του.
Το βράδυ της 29ης Αυγούστου 2019, η μικρή «έσβησε». Το κορμί της ταλαιπωρήθηκε, η ψυχή της έφυγε σημαδεμένη από έναν σκληρό αγώνα, αλλά συνάμα και γεμάτη από την αγάπη που έλαβε από τον μπαμπά, τη μαμά και τα αδέρφια της.
«Η κόρη μας πέθανε σε ηλικία 9 ετών, έχοντας παλέψει σκληρά για πέντε ολόκληρους μήνες κόντρα στο οστεοσάρκωμα (καρκίνο των οστών). Θέλουμε να σας ευχαριστήσουμε όλους για την στοργή που μας δείξατε αυτούς τους μήνες και εκτιμούσε τη διακριτικότητα και την κατανόηση.
Ευχαριστούμε επίσης το προσωπικό των νοσοκομείων Sant Joan de Deu και Sant Pau για την αφοσίωση και τις υπηρεσίες τους. Ευχαριστούμε τους γιατρούς, τις νοσοκόμες και όλους όσοι προσφέρθηκαν να βοηθήσουν, ιδιαίτερα την ομάδα παρηγορητικής φροντίδας στο Sant Joan de Deu.
Θα μας λείψεις πολύ, αλλά θα σε θυμόμαστε κάθε ημέρα της ζωής σου με την ελπίδα ότι θα συναντηθούμε στο μέλλον ξανά. Θα είσαι το αστέρι που οδηγείς την οικογένειά μας».
Λίγες οι λέξεις, πολύς ο πόνος.
Ελάχιστοι ήξεραν ως τότε. Ο Ενρίκε προτίμησε τη σιωπή και όλοι τον σεβάστηκαν. Λένε πως στον χαμό ενός παιδιού, ο πόνος του γονιού είναι αβάστακτος. Χάνεται κι ο ίδιος μαζί.
Χρειάστηκε να περάσει καιρός, όχι για να γιατρευτούν οι πληγές που αφήνει ο θάνατος σε όσους μένουν πίσω, αλλά για να μαζέψει τα κομμάτια του, να βάλει τις σκέψεις του σε μια σειρά και να μιλήσει.
Να μιλήσει για την Τσάνα, αλλά και για τον θάνατο. Γι’ αυτόν που κανείς δεν θέλει να μιλά, σαν να είναι αυτός ένας τρόπος να τον ξορκίσει, να τον κρατήσει μακριά.
«Επιστρέφω για να δείξω στην οικογένειά μου ότι η ζωή πρέπει να συνεχιστεί» είπε με μάτια υγρά, όταν πια ήταν έτοιμος να γυρίσει στη δουλειά.
«Διαβάζουμε πολλά πράγματα σχετικά με τον θάνατο. Μπορούμε να υποθέσουμε πως θα είναι να θρηνούμε και να πονάμε, είναι δυστυχώς καταστάσεις που όλοι μας θα ζήσουμε. Προφανώς, αυτό που συνέβη στην δική μου οικογένεια σπάει τη φυσική ροή της ζωής. Είναι περίεργο που ενώ όλοι γνωρίζουμε πως θα χάσουμε κάποια στιγμή αγαπημένους ανθρώπους μας, δεν μιλάμε γι’ αυτό. Υπάρχει ταμπού και είναι κρίμα.
Όταν κάποιος πενθεί, οι άλλοι δεν ξέρουν πως να τον προσεγγίσουν. Η σύζυγός μου και εγώ διαβάσαμε πολύ, αλλά προφανώς δεν υπάρχει ένας μόνο τρόπος για να προσεγγίσεις τον θάνατο. Δεν υπάρχει ένας κανόνας, μια μαθηματική φόρμουλα. Καθένας το νιώθει διαφορετικά. Μπορώ να πω ότι είμαι πολύ περήφανος για τον τρόπο με τον οποίο τον αντιμετώπισε η οικογένειά μου, για τη δύναμη και το σθένος που δείξαμε» είπε ο Λουίς Ενρίκε και στη συνέχεια αποκάλυψε το δικό του… καταφύγιο αυτούς τους μήνες του πόνου για να ξεχνιέται που και που: «Ήταν σαν να κοιμόμουν και να ξυπνούσα από έναν εφιάλτη. Και όταν συνέβαινε αυτό έβλεπα ποδόσφαιρο και ποδηλασία για να ξεφύγει το μυαλό».
Και πριν από μερικούς μήνες, μιλώντας σε ένα ντοκιμαντέρ για την καριέρα του δεν δίστασε να μιλήσει ακόμα και για την τύχη που είχε να αποκτήσει ένα παιδί σαν την Τσάνα, που μπορεί να έζησε μόνο εννέα χρόνια, αλλά άφησε κληρονομιά γεμάτη θύμησες στους δικούς της ανθρώπους.
«Αν θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό ή άτυχο; Τον θεωρώ τυχερό, πολύ τυχερό. Η κόρη μου… Έχουμε χιλιάδες αναμνήσεις από αυτήν, βίντεο, απίστευτα πράγματα… Η κόρη μου ήρθε στον κόσμο και έζησε μαζί μας εννέα υπέροχα χρόνια. Η μαμά μου δεν μπορούσε να έχει φωτογραφίες της Τσάνα. Μέχρι που μια μέρα γύρισα στο σπίτι και της είπα: “Γιατί δεν υπάρχουν φωτογραφίες της Τσάνα, μαμά;”. “Δεν μπορώ, δεν μπορώ…” μου απάντησε. “Μαμά, πρέπει να βάλεις φωτογραφίες της. Η Τσάνα μας βλέπει ακόμα” της είπα».